Περί ελλείψεως αδείας ασκήσεως επαγγέλματος**

«Ο τίτλος του ολυμπιονίκη είναι τιμή και ευθύνη»

Όσοι είχαν την τύχη, ευλογία, ικανότητα και κυρίως τη θέληση να ξεπερνούν τις αντιξοότητες και να τύχουν ύψιστων διακρίσεων στην αθλητική τους διαδρομή, έχουν ταυτόχρονα και το καθήκον να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τους διαδόχους τους, ώστε να επιτύχουν και αυτοί αντίστοιχες επιτυχίες.
Για την Ελλάδα μας, σημαντικότερο από την κατάκτηση ενός ολυμπιακού μεταλλίου είναι η περαιτέρω υποχρέωση να δημιουργηθεί παράδοση, για να εμπνευστούν οι επόμενοι. Η υποχρέωση που έχουμε οι παλαιότεροι είναι, μεταφέροντας γνώση και πολύτιμες εμπειρίες μέσα από τον ρόλο του ‘προπονητή’, να βοηθήσουμε τους νεότερους αθλητές να αντλήσουν τις ευκαιρίες διάκρισης, αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα (που δεν είναι και λίγα σήμερα).
Ο τίτλος του ‘προπονητή’ (με έμφαση στα εισαγωγικά), υπεραπλουστεύει και γενικεύει έναν σύνθετο ρόλο που καλείται να εκπληρώσει. Η προστιθέμενη αξία ενός ‘προπονητή’, κάτι που δυστυχώς δεν διδάσκεται (όπως η εργοφυσιολογία, φυσικοθεραπεία, παιδαγωγική, αθλητική ψυχολογία κ.α) είναι το να έχει υπάρξει ο ίδιος ζωντανό παράδειγμα των όσων πρεσβεύει και προτείνει. Αλλά να είναι και εμπνευστής – παρακινητής του αθλητή που αναλαμβάνει να προπονήσει διαχρονικά, ενισχύοντας τη μεταφορά της πληροφορίας. Είναι απαραίτητη η εξειδίκευση στο συγκεκριμένο αγώνισμα μέσω βιωματικής εμπειρίας τόσο ως αθλητής όσο και ως προπονητής, απόρροια των οποίων είναι η ικανότητα συντονισμού των ανθρώπων που απαρτίζουν την “ομάδα υποστήριξης“, όπως τον εργοφυσιολόγο, με τον αθλητικό ψυχολόγο, τον διατροφολόγο, τον φυσιοθεραπευτή κ.α.
Ο ‘προπονητής’ οφείλει να παίρνει κρίσιμες αποφάσεις κάτω από συνθήκες αφόρητης πίεσης, να διαχειρίζεται ακραία συναισθήματα μέσα στην ψυχή του αθλητή του, αλλά και του ίδιου. Ο αληθινός προπονητής πρέπει πάντα να προτιμά να είναι χρήσιμος παρά αρεστός. Να έχει αίσθηση του καθήκοντος και ότι εκπροσωπεί κάτι κατά πολύ ανώτερο από τον εαυτό του. Αυστηρότερο κριτήριο-πρόκριμα για έναν προπονητή δεν υπάρχει από το ότι ένας κορυφαίος αθλητής – και μάλιστα oλυμπιονίκης – τον επιλέγει και τον θεωρεί «αναγκαίο καλό».
Σε ό,τι με αφορά σε αυτό το πλαίσιο της ‘προπονητικής’ μου εμπλοκής, παρά τις όποιες αδικίες και δυσκολίες που βίωσα στην πορεία μου, Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ (ο άνεμος, τα κύματα του Αιγαίου και πάνω απ’ όλα οι άνθρωποί της) μου έχει προσφέρει πάρα πολλά και ελπίζω και εύχομαι να με αφήσουν να της τα επιστρέψω.
Χαίρομαι για την ευκαιρία που μου δίνει ο Βύρωνας Κοκκαλάνης, ο οποίος είναι και θα παραμείνει ο πρωταγωνιστής σε αυτή την προσπάθεια, εν όψει του 2020 και ελπίζω να λυθούν εγκαίρως τα προβλήματά του από τους αρμόδιους φορείς (ΕΙΟ-ΓΓΑ και ΕΟΕ ).

** προπονητή ολυμπιακής ιστιοσανίδας

Ο Νίκος Κακλαμανάκης είναι Έλληνας αθλητής της ιστιοπλοΐας και δύο φορές Ολυμπιονίκης. Το 1986 συμμετέχει για πρώτη φορά σε διεθνή αγώνα και παίρνει την τρίτη θέση, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Μistral νέων. Το 1989 παίρνει τη δεύτερη θέση στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της Φινλανδίας. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης παίρνει την ένατη θέση και στην Ατλάντα το 1996 κατακτά το χρυσό μετάλλιο, όπου παίρνει και την προσωνυμία γιος του ανέμου και ήταν και ο σημαιοφόρος της αποστολής. Στην επόμενη ολυμπιάδα το 2000 στο Σίδνεϊ πήρε την έκτη θέση και ήταν ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής. Το 2004 στην Αθήνα κατέκτησε το δεύτερο ολυμπιακό μετάλλιο, ασημένιο αυτή τη φορά. Μάλιστα, στην Ολυμπιάδα της Αθήνας ήταν αυτός που άναψε την ολυμπιακή φλόγα μέσα στο Ολυμπιακό Στάδιο. Το 1997 πάνω σε μια ιστιοσανίδα έκανε τον διάπλου του Αιγαίου από το Σούνιο στην Κρήτη σε δύο μέρες. Είναι αθλητής του Ν.Ο.Ε.
Previous Post Next Post