«…Αλλά πέραν τούτων υπάρχουν και οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται από το ΠΔ 28/2000 ΦΕΚ Α΄ 22/2000 άρθρο 55 περί «αναγκαιότητας υπάρξεως χειριστών ραδιοεπικοινωνιών» και η υπουργική απόφαση 1218.38/1/98 (ΦΕΚ Β΄ 704/98) περί “υπάρξεως πιστοποιητικού χειριστού σταθμού ραδιοεπικοινωνίας του πλοίου”…»

Αφορµή για αυτό το σχόλιο έλαβα από τη διάσωση του πληρώµατος του σκάφους “GWENDOLINE M” που πραγµατοποίησε εν µέσω Ειρηνικού ο Γιώργος Χαράκογλου απόφοιτος της σχολής ιστιοπλοΐας του ΠΟΙΑΘ και η σύζυγος του Καρίνα µε το σκάφος τους “FILIZI” κατά το ταξίδι τους στον γύρο του κόσµου. Αποσπάσµατα από το ηµερολόγιο του σκάφους τους δηµοσιεύει ο “Ιστιοπλοϊκός Κόσµος” κατά διαστήµατα. Η διάσωση έγινε κατά το ταξίδι τους από το Niue του Νοτίου Ειρηνικού προς Tonga.

Στο σχετικό άρθρο του ανά χείρας τεύχους, περιγράφεται λεπτοµερώς πως κατέστη δυνατή η άµεση αναγγελία κινδύνου και η συνεχής επικοινωνία των δύο πληρωµάτων ώστε να καταστεί δυνατή η διάσωση. Και όπως µου δήλωσε ο Γιώργος σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχα µαζί του, σωθήκανε διότι ακολούθησαν επακριβώς όλες τις διαδικασίες επικοινωνίας και τις ενέργειες που προβλέπουν οι κανονισµοί. Συγκεκριµένα µου είπε: «Πήγανε by the book του GMDSS και σωθήκανε.»

Και ερχόµαστε στα δικά µας.

Είναι αµφίβολο εάν το 10% των κυβερνητών των σκαφών αναψυχής γνωρίζουν τις διαδικασίες και τον χειρισµό του εξοπλισµού επικοινωνιών που είναι υποχρεωµένο να διαθέτει το σκάφος. Ο International Maritime Organization (IMO) µετά από έρευνες και µελέτες που άρχισε το 1974 κατέληξε το 1992 στο σύστηµα Global Maritime Distress and Safety System το γνωστό GMDSS το οποίο αποσκοπούσε στην ασφαλέστερη επιβίωση της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα. Και το 1992 το έθεσε σε επταετή δοκιµαστική λειτουργία έως το 1999 που η εφαρµογή καθιερώθηκε υποχρεωτική σε όσες χώρες προσεχώρησαν σε αυτό. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που προσεχώρησαν και άρχισε να αντικαθίσταται και να συµπληρώνεται ο παλαιότερος εξοπλισµός µε τον καινούριο. Δυστυχώς όµως δεν προεβλέφθη καµία πρόνοια εκπαίδευσης στο νέο σύστηµα επικοινωνιών στον τοµέα της θαλάσσιας αναψυχής που απασχολούνται µη επαγγελµατίες ναυτικοί. Με αποτέλεσµα να υπάρχει ο εξοπλισµός που στοιχίζει αρκετά χρήµατα, αλλά λόγω άγνοιας να µην επωφελούµεθα από τις ευεργετικές του δυνατότητες.

Αλλά πέραν τούτων υπάρχουν και οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται από το ΠΔ 28/2000 ΦΕΚ Α΄ 22/2000 άρθρο 55 περί “αναγκαιότητας υπάρξεως χειριστών ραδιοεπικοινωνιών” και η υπουργική απόφαση 1218.38/1/98 (ΦΕΚ Β΄ 704/98) περί “υπάρξεως πιστοποιητικού χειριστού σταθµού ραδιοεπικοινωνίας του πλοίου”.

Ένα παράδειγµα που αποδεικνύει τα ανωτέρω στην πράξη είναι όταν πολύ συχνά ακούµε να καλείται το Olympia Radio για να γίνει έλεγχος της καλής λειτουργίας του VHF, ερωτώντας το «πως µε ακούτε;» και όταν η απάντηση είναι: «σας ακούµε καλώς» ή «5 στα 5» να υπάρχει ικανοποίηση ότι το VHF λειτουργεί καλά. Με λίγα λόγια χρησιµοποιούµε το µέρος του VHF που υπήρχε και στον παλαιότερο εξοπλισµό της αναλογικής λειτουργίας του VHF που αφορούσε τη φωνή.

Ο σηµερινός όµως εξοπλισµός διαθέτει και το ψηφιακό µέρος αυτό που καλείται “ψηφιακή επιλογική κλήση” (DSC) και ο οποίος προσετέθη ακριβώς για τις καταστάσεις κινδύνου και ανάγκης και ο οποίος προσφέρει άµεση δυνατότητα εκποµπής µε τους επίγειους σταθµούς και τα παραπλέοντα σκάφη. Την καλή λειτουργία του µέρους αυτού του εξοπλισµού δεν την εξασφαλίζει ο προηγούµενος έλεγχος διότι απαιτείται να χρησιµοποιηθεί ψηφιακή κλήση που είναι αµφίβολο αν οι µη επαγγελµατίες ναυτικοί τη γνωρίζουν.

Ο ΠΟΙΑΘ διαπιστώνοντας τις ανάγκες εκπαίδευσης στις νέες ναυτικές επικοινωνίες, συνέγραψε το σχετικό σύγγραµµα το 2014 βασισµένο απόλυτα στις απαιτήσεις του GMDSS, δηµιούργησε ένα πρότυπο εργαστήριο εκπαίδευσης και λειτούργησε σχολή ναυτικών επικοινωνιών βασισµένη στις υποδείξεις της International Telecommunication Union (ITU RR RES 343) και του Centre European Post et Telegramme (CEPT/ERC). Μέχρι σήµερα έχουν αποφοιτήσει 183 κυβερνήτες και έχουν πάρει το σχετικό πτυχίο. Κατά τη χειµερινή περίοδο θα επαναληφθεί η λειτουργία της Σχολής, προσφέροντας υπηρεσίες στην ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα.

Ο Ιωάννης Μαραγκουδάκης γεννήθηκε το 1938 στην Αθήνα. To 1953, σε ηλικία 15 ετών, τιμήθηκε από την τότε Βασίλισσα Φρειδερίκη με έπαινο εξαίρετων πράξεων, για τη συμμετοχή του με το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων στην αρωγή των σεισμοπλήκτων Ιονίου. Παράλληλα με τις Γυμνασιακές του σπουδές στη Βαρβάκειο Πρότυπο Σχολή, ασχολείται με τον αθλητισμό στίβου και το 1957, σε ηλικία 19 ετών, καταρρίπτει την Πανελλήνια επίδοση στη σφυροβολία. Τον ίδιο χρόνο εισάγεται στη Σχολή Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων του Ε.Μ.Π. Αποφοιτά το 1962 και υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία στο Τεχνικό Σώμα, ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός. Μετά από μια εικοσαετή επιστημονική και επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αφιερώνει πολύ από τον ελεύθερο χρόνο του στην ιστιοπλοΐα και έχει μία εμπειρία άνω των 150.000 ναυτικών μιλίων σε ιστιοπλοϊκούς αγώνες και θαλάσσιες περιηγήσεις, με διάκριση μεταξύ των άλλων και στον Αγώνα Διάπλου του Ατλαντικού ARC 2000. Από το 1985 είναι Πρόεδρος του Δ.Σ. του Πανελληνίου Ομίλου Ιστιοπλοΐας Ανοικτής Θαλάσσης (Π.Ο.Ι.Α.Θ.) και από το 1990 και για 22 χρόνια διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Θαλάσσιας Ενώσεως. Εκδότης του περιοδικού του ΠΟΙΑΘ «Ιστιοπλοϊκός Κόσμος» από το 1987. Εκπρόσωπος της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας από το 2002 έως το 2010 στην Επιτροπή Ανοικτής Θαλάσσης της Διεθνούς Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας. Επίτιμος δημότης Λέρου για τη διαρκή προσπάθειά του αναδείξεως της νήσου και την ανάπτυξη του ναυταθλητισμού της και του Αγαθονησίου για την εγκαθίδρυση συστήματος τηλεπαιδιατρικής
Previous Post Next Post