Τα 10 + 1 νησιά του Αργοσαρωνικού: Σπέτσες

Αν φωνάξουµε, «ένας τόπος µια ιστορία» και παρουσιαστούν οι Σπέτσες, κανείς δεν θα εκπλαγεί.

Κάπου στο 2.300 π.χ. άρχισε να αναφέρεται ένα νησί που το έλεγαν Πιτυούσα και που οι ναυτικοί της εποχής το χρησιµοποιούσαν σαν σταθµό ανεφοδιασµού στα ταξίδια τους ανάµεσα Αττικής και ανατολικών ακτών της Πελοποννήσου. Το Πιτυούσα ή Πιτυόνησος, βγήκε σύµφωνα µε την ονοµατοποιητική θεωρία γένεσης της γλώσσας, από τα πολλά πεύκα, πιτύες, µε τα οποία ήταν το νησί καλυµµένο. Φαίνεται ότι το νησί προκαλούσε όχι µόνο µε τα πεύκα του, αλλά και µε τα αρωµατικά του φυτά, έτσι οι Γενουάτες και οι Φράγκοι κατακτητές από το 1200 µέχρι το 1460, ζαλίστηκαν από τις µυρουδιές, φυσικές και µεταφορικές, και το έλεγαν “Izola dei Spezie”, δηλ. νησί των αρωµατικών (µπαχαρικών), που του έµεινε και το αξίζει. Υπάρχει και µια άποψη, ότι το όνοµα αποτελεί παραφθορά του αρβανίτικου “Πέτσα”. Στις Σπέτσες υπάρχουν ευρήµατα Μυκηναϊκής εποχής αλλά και Βυζαντινών χρόνων. Για όσους ενδιαφέρονται να µάθουν περισσότερα για το νησί, πληροφορίες που δεν µπορούν να δοθούν από αυτό το άρθρο, όπου επί τροχάδην αναφέρεται η περιγραφή και η ιστορία του, µπορούν να ανατρέξουν στο διάρκειας 70 λεπτών ντοκιµαντέρ “Σπέτσες 21, Στο σταυροδρόµι της ιστορίας”, µε σενάριο της Κατερίνας Κωνσταντινίδου και σκηνοθεσία του Πάνου Θωµαΐδη, αλλά και στη διδακτορική διατριβή της Νεφέλης Μπία “Κοινωνικοοικονοµικοί Μετασχηµατισµοί στο νησί των Σπετσών”. Η έκταση του νησιού είναι 20 τετραγωνικά χιλιόµετρα, η ακτογραµµή 43 χιλιόµετρα, ΄συγκριτικά αρκετά µεγάλη λόγω του µεγάλου διαµελισµού των ακτών, και ο µόνιµος πληθυσµός περί τις 4.000.

 Οι Σπέτσες µε τα καράβια τους και τους αποφασισµένους καπετάνιους δίψαγαν για ελευθερία και το 1769 συµµετείχαν στα Ορλωφικά και γι’ αυτή τους τη συµµετοχή οι Τούρκοι το 1770 τις κατέστρεψαν ολοκληρωτικά. Το 1790 το νησί είχε την ίδια τύχη, γιατί βοήθησε τον Λάµπρο Κατσώνη στις προεπαναστατικές του δραστηριότητες κατά των Τούρκων. Τα προεπαναστατικά χρόνια οι Σπετσιώτες συγκέντρωσαν πλούτο και οικονοµική δύναµη, εκµεταλλευόµενοι τον γαλλικό αποκλεισµό, τον οποίο µάλλον έσπαγαν συχνά. Στις 3 Απριλίου 1821 οι Σπετσιώτες, πρώτοι απ’ όλους τους νησιώτες, ύψωσαν τη σηµαία της Επανάστασης στο µοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Το παράδειγµα τους µιµήθηκαν η Ύδρα και τα Ψαρά.

Οι περισσότεροι εύποροι Σπετσιώτες διέθεσαν τα υπάρχοντά τους για τον Αγώνα, «όλοι έγιναν ένδοξοι ήρωες που είχαν άδοξο τέλος!».

Ανάµεσα στους ήρωες της Επανάστασης ήταν και οι Σπετσιώτες Αβραντίνης, Ανδρούτσος Γιώργος, οι Κουτσαίοι, ο Χατζηγιάννης Μέξης, ο µεγάλος µπουρλοτιέρης Μπαρµπάτσης Κοσµάς, ο Μπότασης, ο Λέκκα Ματρόζος και η Λασκαρίνα Μπουµπουλίνα. Από τους παραπάνω λίγοι είναι γνωστοί, αφού η ιστορία είναι επιλεκτική και η Ελλάδα «… είχε αστέρια αλλόκοτα στον ουρανό της κι άλλα, κι εκείνα που δεν έλαµψαν ήσαντε πιο µεγάλα»! Ο Σπετσιώτης ποιητής Γιώργος Στρατήγης έγραψε ένα συγκλονιστικό ποίηµα για τον µπουρλοτιέρη Λέκκα Ματρόζο, ποίηµα που όταν οι Έλληνες χρησιµοποιούσαν το…δεκαδικό σύστηµα σκέψης και δεν σέρνονταν πίσω από το…δυαδικό, είχαν περιλάβει στο βιβλίο Νεοελληνικά Αναγνώσµατα της Γ΄ τάξης του Σχολαρχείου ! Αν οι Ελλάδα δεν συνήθιζε να τρώει τα παιδιά της και αν οι Έλληνες συνειδητά δεν «µισούσαν αλλήλους», αυτό το ποίηµα θα αποτελούσε την µεγάλη αλήθεια. Όταν ο Ματρόζος, αφού ξόδεψε όλα τα υπάρχοντα του και κινδύνεψε πολλές φορές και η ζωή του πυρπολώντας τα τουρκικά καράβια, έφτασε στο σηµείο να µην έχει ούτε ψωµί να φάει, η πατρίδα αδιαφόρησε και εκείνοι που είχαν «τάλαρα τις στέρνες τους γεµάτες» απολάµβαναν την ελευθερία τους και τον προσπερνούσαν αδιάφοροι. Ο Ματρόζος ήταν υπόδειγµα υπερήφανου και έφθασε σε κρίσιµο σηµείο επιβίωσης για να ζητήσει ελεηµοσύνη. Ο Στρατήγης τον βάζει να λέει στην «εξουσία» που τον περιφρονεί: «Αν οι ζητιάνοι σαν εµέ δεν έχυναν το αίµα, οι καπετάνιοι σαν εσέ δεν θα φορούσαν στέµµα» και µονολογεί ξεχειλίζοντας από πίκρα, «….πως φεύγω τώρα απ το νησί και πως γυρνούσα πρώτα!» Όταν µια µάνα-πατρίδα αφήνει χωρίς ψωµί τα παιδιά που την έσωσαν και την έθρεψαν όταν είχε ανάγκη, το µέλλον της δεν προοιωνίζεται καλό και η Ελλάδα το επαληθεύει. Η Ιστορία µε τα εντονότερα χρώµατα προβάλλει την Μπουµπουλίνα, δεν υπήρχε άλλωστε περιθώριο να γινόταν αλλιώς µπροστά σ’ αυτό το φαινόµενο ηρωισµού και αυτοθυσίας. Η Λασκαρίνα, αυτό ήταν το µικρό της όνοµα, γεννήθηκε το 1771 στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, όταν η µάνα της πήγε να επισκεφτεί τον πατέρα της, φυλακισµένο για τη συµµετοχή του στα Ορλωφικά. Είχε υδραίικη καταγωγή και το πατρικό της όνοµα ήταν Πινότση. Η Λασκαρίνα παντρεύτηκε στα 17 της τον Σπετσιώτη πλοίαρχο Δηµήτρη Γιάννουζα, ο οποίος το 1797 σκοτώνεται σε συµπλοκή µε Αλγερινούς πειρατές και µένει χήρα µε τρία παιδιά. Το 1801 παντρεύτηκε τον επίσης σπετσιώτη καραβοκύρη Δηµήτρη Μπούµπουλη, ο οποίος επίσης σκοτώθηκε το 1811 σε σύγκρουση µε Αλγερινούς πειρατές και η Λασκαρίνα µένει πάλι χήρα µε άλλα τρία παιδιά, µε το επίθετο του άνδρα της “Μπουµπουλίνα”, και κληρονόµα µιας τεράστιας περιουσίας, πάνω από 300.000 τάλιρα, την οποία ξόδεψε για την Επανάσταση, πληρώνοντας την κατασκευή και συντήρηση πολλών πλοίων, σε ένα από τα οποία, το “Αγαµέµνων”, το µεγαλύτερο της Επανάστασης, µήκους 34 µέτρων και κόστους 25.000 δίστηλων, ήταν η ίδια καπετάνισσα! Αναφέρεται σαν υπέροχη και ατρόµητη, ήταν δε αρχηγός του σπετσιώτικου στόλου που πολιόρκησε το Ναύπλιο. Ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήµων γράφει για την Μπουµπουλίνα: «Ο ξεσηκωµός βρήκε την Μπουµπουλίνα 50 χρόνων, ωραία, µανιακή σαν αµαζόνα, επιβλητική καπετάνισσα, µπροστά στην οποία οι άνανδροι ντρέπονταν και οι ανδρείοι υποχωρούσαν». Λέγεται ότι η Μπουµπουλίνα ήταν η µόνη γυναίκα που είχε µυηθεί και είχε γίνει µέλος της Φιλικής Εταιρείας. Το 1822 το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος δίνει κλήρο στην Μπουµπουλίνα στο Ναύπλιο και εγκαθίσταται εκεί, αλλά το 1824 αρχίζει ο αλληλοσπαραγµός, εθνικό σπορ των Ελλήνων από την αρχαιότητα, της παίρνουν τον κλήρο και την εξορίζουν στις Σπέτσες, γιατί εναντιώθηκε στη φυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, αφού προηγουµένως είχαν σκοτώσει τον γιό του Πάνο, γαµπρό της Μπουµπουλίνας! Τον Φλεβάρη του 1825 αποβιβάζεται στην Πύλο ο Ιµπραήµ Πασάς µε τουρκοαιγυπτιακό στόλο και 4.500 άνδρες σε µια ύστατη προσπάθεια να πνιγεί η Επανάσταση, η Μπουµπουλίνα βάζει στην άκρη την πίκρα και αρχίζει να ετοιµάζεται για νέες µάχες, αλλά ένας γιός της, ο Γιώργος Γιαννούζης, ερωτεύεται και κλέβει µια κόρη των Κουτσαίων και κουνιάδα του Λάζαρου Ορλώφ, την Ευγενία και πηγαίνουν στο σπίτι της µάνας του στις Σπέτσες. Εκεί πηγαίνουν ο Ορλώφ και οι Κουτσαίοι για να διευθετηθεί το πρόβληµα και σε µία λογοµαχία ένας από τους Κουτσαίους πυροβολεί και σκοτώνει την Μπουµπουλίνα! Οι Ρώσσοι αµέσως της απένειµαν τον τίτλο του «Ναυάρχου», τίτλο µοναδικό στην παγκόσµια ιστορία για γυναίκα. Η Ελλάδα τη θυµήθηκε 193 χρόνια αργότερα και της απένειµε τον τίτλο του “υποναυάρχου επί τιµή”, τον Σταυρό Α΄ Τάξεως και το Μετάλλιο Εξαίρετων Πράξεων. Κάλλιο αργά παρά ποτέ!

Στις Σπέτσες συναντάται µια πολυπολιτισµική, αλλά βαθιά συντηρητική κοινωνία, η οποία αντιδρά στη διάβρωση του κοινωνικού ιστού από τους κάθε λογής εποίκους.

Τον 20ο αιώνα οι Σπέτσες άρχισαν να παρακµάζουν και πολλοί κάτοικοι ξενιτεύτηκαν. εκείνη όµως την περίοδο εµφανίζεται ο Σωτήρης Ανάργυρος, ένας Σπετσιώτης µε τεράστια περιουσία στην Αµερική, ο οποίος γεννήθηκε στο νησί το 1849, περιπλανήθηκε σε Κωνσταντινούπολη, Ρουµανία, Αίγυπτο, Γαλλία και κατέληξε στην Αγγλία, απ’ όπου στη συνέχεια πήγε στην Αµερική, εκεί εργάστηκε στην καπνοβιοµηχανία του Αµερικανοεβραίου Tomson, την οποία τελικά κληρονόµησε. Το 1894 έρχεται για πρώτη φορά στις Σπέτσες και τον επόµενο χρόνο παντρεύεται µια δεύτερη του εξαδέλφη, η οποία δεν µπορούσε να ζήσει στην Αµερική, γιατί νοσταλγούσε τις Σπέτσες, έτσι ο Ανάργυρος πουλάει τις επιχειρήσεις αντί του µυθικού για την εποχή ποσού των $600.000 και το 1898 επιστρέφουν στο νησί. Η επιστροφή του Ανάργυρου σηµατοδοτεί τη σύγχρονη ανάπτυξη των Σπετσών. Το 1904 τελειώνει η ανέγερση του νεοκλασικού ρυθµού αρχοντικού του στο κέντρο της πόλης και λίγο αργότερα κατασκευάζεται µε έξοδά του το πρώτο υδραγωγείο του νησιού. Τα χρόνια 1913-14 αγοράζει µεγάλες εκτάσεις και τις πευκοφυτεύει, ενώ κατασκευάζεται, πάντα µε έξοδά του, δίκτυο δρόµων και το πολυτελές ξενοδοχείο Ποσειδώνιο, µε το οποίο άρχισε η περίοδος υψηλού τουρισµού για τις Σπέτσες. Το 1927 αρχίζει να λειτουργεί η “Αναργύρειος και Κοργιαλένειος Σχολή”, µια από τις καλύτερες σχολές της Ευρώπης εκείνης της εποχής, (το δεύτερο όνοµα του τίτλου της σχολής οφείλεται στη συνεισφορά του ιδρύµατος “Κοργιαλένειον Άθλον”, ίδρυµα ενός άλλου εθνικού ευεργέτη του εξωτερικού). Θα κάνω µια δήλωση, ότι αυτά τα λίγα που γράφω για τα δέκα και κάτι νησιά του Αργοσαρωνικού που κατοικούνται, δεν είναι αποτέλεσµα επαγγελµατικής ενασχόλησης µε το αντικείµενο, αλλά προσπάθειας να µαζέψω κάποια στοιχεία, τα οποία µπορεί να δηµιουργήσουν το ενδιαφέρον κάποιων που ιστιοπλοούν να πάνε ή να ξαναπάνε σε κάποια από αυτά τα ωραία µέρη που βρίσκονται τόσο κοντά µας. Έτσι ψάχνοντας για κάποια στοιχεία για τις Σπέτσες, έπεσα πάνω σε µια φωτογραφία, διάβασα τα σχόλια που τη συνόδευαν και θύµωσα. Ήταν στο λιµάνι των Σπετσών το 2010 ένα τρικάταρτο tall ship, το έλεγαν Dar Mlodziezy, µήκος 110 µέτρων και πλήρωµα 120 άτοµα, πολωνέζικο, ναυπηγήθηκε σ ένα καρνάγιο στο Gdansk το 1982 για την εκπαίδευση των µαθητών της Ναυτικής Ακαδηµίας της Gdynia και το όνοµα σηµαίνει «δώρο της νιότης», γιατί πληρώθηκε από χρήµατα που συγκέντρωσαν µέλη µαθητικών οργανώσεων και οργανώσεων Νέων, ας πούµε σαν τις δικές µας…… ΟΛΜΕ, ΕΦΕΕ, ΔΑΠ, ΠΑΣΠ, ΚΝΕ κλπ.! Το ιστιοφόρο χρησιµοποιείται ανελλιπώς από τους µαθητές της Ακαδηµίας και ταξιδεύει σε όλο τον κόσµο. Στις Σπέτσες βρέθηκε συµµετέχοντας στο “The Tall Ship Race”, αλλά και από ενδιαφέρον να µελετήσουν οι νέοι ναυτικοί τα κατορθώµατα των καπεταναίων και των µπουρλοτιέρηδων αυτού του µικρού νησιού κατά την Επανάσταση. Ο σχολιαστής γράφει για την ντροπή που προκαλεί η πλήρης εγκατάλειψη και αδιαφορία όλων για το δικό µας “Ευγένιος Ευγενίδης” και ονοµάζει (εγώ το αποφεύγω χάριν του Περιοδικού) εννέα από τους υπουργούς Ναυτιλίας για την πλήρη και προκλητική αδιαφορία τους. Θλίβοµαι και θυµάµαι τους στίχους «Κρίµα η Πατρίδα/ όταν οι ξένοι την τιµούν/πιότερο από τα παιδιά της». Ας είναι, πάµε παρακάτω. Ένα από τα σηµερινά έθιµα των Σπετσών είναι η ΑΡΜΑΤΑ, αναπαράσταση στις αρχές κάθε Σεπτέµβρη, της ναυµαχίας των Σπετσών το 1822, µιας από τις σηµαντικότερες στιγµές της Επανάστασης. Στις Σπέτσες το 2011 ξεκίνησε ιστιοπλοϊκός αγώνας που λαµβάνουν µέρος σκάφη παραδοσιακά, καΐκια και λατίνια. Η διοργάνωση πέρασε τη 10ετία και τα αποτελέσµατα είναι εκπληκτικά, αφού περί τα 80 ωραιότατα και θαυµάσια διατηρηµένα ξύλινα σκάφη από πολλές µακρινές χώρες συµµετέχουν κάθε χρόνο. Η αποδοχή ενός αγώνα µε τέτοια σκάφη, σηµαίνει ότι ακόµα υπάρχει χώρος για µη βιοµηχανοποιηµένη ιστιοπλοΐα, ότι υπάρχει διαφορετική αποδοχή του ωραίου και ότι ο καραβοµαραγκός δεν πέθανε ακόµα, αλλά και δεν πρέπει να πεθάνει.

Οι Σπέτσες µυρίζουν αρχοντιά και πολιτισµό, όπως δε και στην Ύδρα, δεν επιτρέπουν την κυκλοφορία αυτοκινήτων, µπράβο τους! Οι επισκέπτες των Σπετσών, δεν είναι λίγοι, και έχουν την ευκαιρία, θα ’λεγε κανείς και την υποχρέωση, να πάνε στο Μουσείο Μπουµπουλίνας, που στεγάζεται στο αρχοντικό της, όπου φυλάσσονται κειµήλια της επανάστασης, βιβλία και αντικείµενα από τη ζωή της, ενώ το ταβάνι της µεγάλης αίθουσας είναι εκπληκτικής οµορφιάς και έχει συντηρηθεί, όπως άλλωστε και όλο το σπίτι. Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1991 από τον Φίλιππα Δεµερτζή-Μπούµπουλη, 5ης γενιάς απόγονο της Λασκαρίνας ο οποίος πέθανε το 2018. Ένα άλλο αρχοντικό που στεγάζει το “Μουσείο των Σπετσών”, είναι εκείνο του Χατζηγιάννη Μέξη, όπου φυλάσσεται η σηµαία της Επανάστασης των Σπετσών, τα οστά της Μπουµπουλίνας, ευρήµατα άνω των 4.000 χρόνων, πολλές θαυµάσιες εικόνες και τελευταία προστέθηκε µεγάλη συλλογή νοµισµάτων, προσφορά του Άδωνη Κύρου. Στα καταπληκτικά κτήρια της “Αναργυρίου και Κοργιαλενείου Σχολής Σπετσών”, σε ένα υπέροχο τοπίο, άρχισε από το 2021 να λειτουργεί “Διεθνής Μουσική Ακαδηµία”. Το Ποσειδώνιο είναι πάντα στη θέση του και φιλοξενεί ψηλού επιπέδου επισκέπτες. Το παλιό λιµάνι, είναι πάντα γοητευτικό και πιο πέρα οι καινούργιες προβλήτες διευκολύνουν τα σκάφη. Οι επισκέπτες µε αυτοκίνητα τα αφήνουν στα πάρκινγκ στην Κόστα απέναντι στο Χέλι και πηγαίνουν µε τα καραβάκια ή µε θαλασσινά ταξί, η απόσταση είναι 1,5 µίλι. Η ακτογραµµή είναι έντονα διαµελισµένη, περισσότερο η ανατολική και νότια πλευρά. Μετά τους όρµους της Αγίας Μαρίνας, του Κουζουνού, της Ξυροµέριζας, των Αγίων Αναργύρων, της Σπηλιά του Μπεκίρη (οι ερωτευµένοι αν πιούν νερό από τη Σπηλιά διαιωνίζουν τον έρωτα τους!), της Αγίας Παρασκευής και της Τσακώνας, προχωρώντας λίγο βορειότερα, θα βρεθούµε στην πολυσύχναστη Ζογεριά. Μια άλλη προσφορά των Σπετσών είναι ένα δίκτυο θαυµάσιων µονοπατιών, που οδηγούν τους πεζοπόρους σε κάθε γωνιά του νησιού. Έχουν οριοθετήσει 21 διαδροµές µήκους περίπου 57 χιλιοµέτρων και οδηγούν από διάφορες κατευθύνσεις στη Ζογεριά, στο Ριγάνι, στο Κτήµα Χαρά και αλλού. Για τους ιστιοπλοούντες οι όρµοι µε τα πεντακάθαρα νερά, είναι απολαυστικοί και περιµένουν.

Αυτές είναι µε λίγα λόγια οι Σπέτσες.

Previous Post Next Post