Έχοντας ολοκληρώσει έναν κύκλο παρουσιάσεων, ανθρώπων που δούλεψαν κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2016, τεχνικών που εργάζονται στο διεθνές ιστιοπλοϊκό στερέωμα προβάλλοντας τη χώρα μας, η Συντακτική Ομάδα του Ιστιοπλοϊκού Κόσμου θεωρεί υποχρέωσή της να προβάλλει και προπονητές που δουλεύουν στο εξωτερικό με μεγάλη επιτυχία. Ο πρώτος της σειράς αυτής είναι ο Αντώνης Δροσόπουλος, προπονητής της Εθνικής Ομάδας Optimist της Ελβετίας που φέτος ανάδειξε τον πρώτο νικητή στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της κλάσης.
Γεννήθηκα το 1975 και ξεκίνησα ιστιοπλοΐα στο ΝΑΣ σε ηλικία 8,5 ετών. Ταυτόχρονα στο σχολείο έκανα και μπάσκετ στον Πειραϊκό, αλλά τελικά με κέρδισε η ιστιοπλοΐα. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να αναδειχτώ ως αθλητής παρόλο που αγαπούσα απίστευτα το άθλημά και ήμουν κυριολεκτικά στον Όμιλο κάθε μέρα ώστε να μπορέσω να φτάσω στις διακρίσεις που ήθελα ή ήλπιζα. Δυστυχώς δεν υπήρχε ο προπονητής που να μου δώσει τις γνώσεις για τα επόμενα επίπεδα. Στη συνέχεια και όταν έγινα 15 ετών ξεκίνησα 420, όπου έτρεχα με ένα χαρακτηριστικό ροζ σκάφος. Τέλος μεταπήδησα τυχαία στα 470, αφού κάνοντας προπόνηση στο 420 χάσαμε το τιμόνι το οποίο και έκανε έξι μήνες να έρθει, οπότε για να μην μείνουμε εκτός θάλασσας μεταπηδήσαμε στο 470.
Τι σε οδήγησε να γίνει προπονητής ιστιοπλοΐας και πόσα χρόνια εξασκείς το επάγγελμα αυτό;
Η αγάπη μου για τη θάλασσα και την ιστιοπλοΐα ήταν και είναι δεδομένη, με αποτέλεσμα να μην μπορούσα να δω καμία άλλη δουλειά που να μου ταιριάζει. Θα με παρομοίαζα ως ψάρι που δεν ζει έξω από το νερό, άρα και εγώ δεν φανταζόμουν τη ζωή μου μακριά από την ιστιοπλοΐα. Ουσιαστικά ξεκίνησα το 1997 στον ΣΕΑΝΑΤΚ, όμως τυπικά τα πρώτα μου βήματα τα έκανα στα δεκαέξι μου, στον ΝΑΣ όπου βοηθούσα στις προπονήσεις νεαρών αθλητών. Δυο χρόνια δούλεψα στον όμιλο αυτό και είχα τρομερή όρεξη, ήθελα να μάθω κοίταζα, παρατηρούσα, έκανα ερωτήσεις. Ξέρεις μ αρέσει να μαθαίνω. Κατάλαβα ότι είχα επαφή με τα παιδιά και όλο αυτό μ’ άρεσε πολύ. Νομίζω μου έβγαινε ένα πάθος να αποδείξω ότι παρόλο που δεν ήμουν εγώ ο καπετάνιος, μπορούσα να κερδίζω μέσω των αθλητών μου φυσικά. Πιστεύω ότι τελικά ήθελα να γίνω ο προπονητής που δεν είχα ως αθλητής. Δυο χρόνια διάβαζα έψαχνα και πήρα το βάπτισμα της προπονητικής. Δεύτερο βήμα ο ΝΟΤΚ, έμεινα 3 χρόνια και κέρδισα 11 τίτλους. Δούλευα και δουλεύω πολλές ώρες και μέρες διότι μου αρέσει πολύ η δουλειά που κάνω. Το 2003 μετακινούμαι στον Ν.Ο.Κατοίκων Βουλιαγμένης, ενώ το 2004 πάω στην Ιταλία. Αυτή είναι η πρώτη μου απόπειρα στο εξωτερικό με γλώσσα επικοινωνίας «τα χέρια μου» αφού τα παιδιά δεν μιλούσαν αγγλικά και καταφέρνω να κερδίσω δύο τίτλους. Το 2015 πάω στο Πόρτο Ράφτη, έχοντας αρκετή πικρία από τις συνεργασίες με τους ομίλους του κέντρου και ξεκινάω από την αρχή να στήσω νέα ομάδα. Είμαι ο προπονητής που έχει αλλάξει ίσως τους περισσότερους ομίλους και έχω δοκιμάσει να ξεκινήσω ομάδες από την αρχή. Είναι κάτι που με ιντριγκάρει, να στήνω την ομάδα, να ανακαλύπτω τους αθλητές και να τους προπονώ μέχρι την κορυφή. Έχω δοκιμάσει αρκετές φορές να πάρω αθλητές από το μηδέν και να τους χτίσω πρωταθλητές.
Πώς ξεκίνησε η σχέση με του Ελβετούς;
Στον Μαραθώνα που εργαζόμουν, είχα ήδη κερδίσει 20 τίτλους σε πέντε χρόνια, όταν το 2010 ήρθε για προετοιμασία μία μικρή ομάδα Ελβετών. Εκεί έγινε η πρώτη γνωριμία διότι δούλεψαν μαζί μας και αξιολόγησαν θετικά τον τρόπο δουλειάς μου. Έτσι το 2011 μου γίνεται η πρώτη πρόταση από την ελβετική κλάση Optimist (Η κλάση έχει την ευθύνη της κατηγορίας και της Εθνικής Ομάδας και όχι η Ομοσπονδία) να αναλάβω την Εθνική Ομάδα στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της ίδιας χρονιάς. Φυσικά πιάνω την ευκαιρία από τα μαλλιά και συνοδεύω την ομάδα ως προπονητής, όπου με το καλημέρα κατακτούν πολύ καλύτερες θέσεις απ’ ότι τα προηγούμενα χρόνια. Την επόμενη χρονιά, έχοντας καλύτερη πρόταση από τους Ελβετούς αποφασίζω να δουλέψω αποκλειστικά μαζί τους, αφού πίστευα ότι είχα πλέον ολοκληρώσει τον κύκλο μου στην Ελλάδα και την πρόταση αυτή την είδα ως πρόκληση για την καριέρα μου. Ταυτόχρονα και όσο ήμουν στην Ελλάδα βοηθούσα στον Μαραθώνα αφού εκεί ήταν και ο τόπος διαμονής μου.
Πόσες μέρες τον χρόνο κάνετε προπόνηση στην Ελβετία;
Περίπου 120 μέρες τον χρόνο δουλεύω ως προπονητής της εθνικής ομάδας της Ελβετίας μαζί με τον Zdzislaw Staniul που ήταν στην ομάδα πριν από μένα.
Πολλοί θα αναρωτηθούν πώς γίνεται προπόνηση στην Ελβετία και σε τι γλώσσα;
Δουλεύουμε στις λίμνες τις εποχές που αυτό είναι εφικτό από πλευράς καιρικών συνθηκών. Όταν οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν ταξιδεύουμε σε κοντινούς προορισμούς για αγώνες και προπόνηση. Μπορείτε να σκεφτείτε ότι δίπλα είναι η Ιταλία, η Γαλλία, η Ολλανδία η Γερμανία ακόμα και η Ελλάδα, όποτε δεν υπάρχει πρόβλημα το που θα κάνουμε προπόνηση αλλά το πότε λόγω και των σχολικών υποχρεώσεων των παιδιών. Όσο για τη γλώσσα θα σας πω ότι η προπόνηση γίνεται στα Αγγλικά, ενώ είναι απαγορευμένο να μιλάνε Γαλλικά, Γερμανικά ή Ιταλικά, γλώσσες που γνωρίζουν τα παιδιά από τα ανάλογα τμήματα της χώρας, αφού κάτι τέτοιο θα τα ομαδοποιούσε και θα τα ξεχώριζε. Λειτουργούμε ως Εθνική Ομάδα της Ελβετίας με γλώσσα τα Αγγλικά που φυσικά όλοι γνωρίζουν εξ αρχής ή βελτιώνουν στη διάρκεια της προπόνησης και τελικά θα τους χρησιμεύσει και στους διεθνείς αγώνες όπου συμμετέχουν, αφού σχεδόν παντού αυτήν χρησιμοποιούν τόσο στη θάλασσα όσο και στις αίθουσες των ενστάσεων.
Ποιο θα έλεγες ότι είναι το «αδύνατο» σημείο προπόνησης της ελβετικής ομάδας και πώς το ξεπερνάς προπονητικά.
Μα τι άλλο θα μπορούσε να είναι από την έλλειψη τεχνικής στο κύμα. Οι Ελβετοί αθλητές του Optimist ξεκινούν και χτίζονται ιστιοπλοϊκά στις λίμνες, όπου το κύμα είναι μία άγνωστη έννοια. Αυτό είναι τεχνικά ανέφικτο να το λύσουμε στις ελβετικές λίμνες που κάνουμε προπόνηση κατά κύριο λόγο και έτσι για να μάθουν οι αθλητές να το αντιμετωπίζουν, να το τιμονεύουν να το χρησιμοποιούν, και να μην το φοβούνται εν γένει επιλέγουμε άλλα μέρη στην Ευρώπη όπου υπάρχει κύμα και πάμε για προπόνηση. Αν έχεις ανακαλύψει τα σημεία που υστερείς τελικά τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο να το μάθεις.
Πώς λειτουργεί το οργανωτικό αγωνιστικό σύστημα στην Ελβετία, ειδικά στην κατηγορία Optimist που το ζεις από κοντά και φέρνει αποτελέσματα;
Όπως είπαμε και νωρίτερα κουμάντο κάνει η κλάση Optimist, που αποτελείται από τους γονείς των αθλητών. Ένα μόνο θα σας πω διότι αν αναλύσουμε πλήρως το πώς δουλεύουν στην Ελβετία πολύ θα χάσουν τον ύπνο τους στην Ελλάδα ! Η επιλογή του Ομίλου και της πόλης όπου γίνεται κάθε χρόνο το πανελβετικό πρωτάθλημα Optimist προκύπτει με ψηφοφορία από τους ίδιους τους αθλητές αμέσως μετά την ολοκλήρωση του προηγούμενου πρωταθλήματος. Ένα χρόνο πριν και απόλυτα δημοκρατικά. Όσο δε για τον προγραμματισμό, απλά να αναφέρω ότι υπάρχει αναλυτικό και δημοσιευμένο πρόγραμμα με ορίζοντα δυο ετών και όλα με ιδιωτική πρωτοβουλία, χωρίς κρατική παρέμβαση χωρίς Ομοσπονδία σε μία χώρα με τρεις διαφορετικές γλώσσες και κοινή κουλτούρα.
Σκέφτηκες ποτέ να προπονήσεις ιστιοπλόους άλλης κατηγορίας;
Κατά καιρούς θα μπορούσα να πω ότι έχω κάνει κάποιες μικρές προπονητικές απόπειρες σε άλλες κατηγορίες κυρίως ως μια μικρή θεραπεία του μυαλού. Το 2001 πήγα στο Παγκόσμιο 420, έχω πάει σε πανελλήνια με Europe, ενώ έχουν υπάρξει και κάποιες ακόμα συνεργασίες αλλά πιστεύω ότι δεν μπορείς να δηλώνεις ότι είσαι καλός σε όλα. Μ’ αρέσει το γεγονός ότι έχω αφοσιωθεί σε μία κατηγορία, αυτή του Optimist που τη θεωρώ τη δυσκολότερη λόγω της ηλικίας των παιδιών αλλά και της πολυπλοκότητας της προπόνησης. Πιστεύω ότι η εμπειρία που έχω αποκτήσει δουλεύοντας με τόσα παιδιά είναι μοναδική. Η όποια προπόνηση σε αθλητές αλλού τύπου σκάφους είναι μια θεραπεία του μυαλού, μια αποτοξίνωση από τα καθημερινά και φυσικά όσο νοιώθω ικανός και γερός θέλω να παραμείνω προπονητής στα Optimist.
Ποια η διαφορά μεταξύ προπονητή και coach;
Ο προπονητής έχει την πλήρη ευθύνη του αθλητή, από το Α ως το Ω. Όταν κάνεις προπόνηση ως προπονητής χτίζεις και κάνεις τη ζωή του αθλητή σου πολύ – πολύ δύσκολη σε όλα τα επίπεδα. Όταν συνοδεύεις έναν αθλητή ως coach κάνεις κοουτσάρισμα ή μάλλον καθοδήγηση προσπαθώντας να κάνεις τη ζωή του αθλητή σου ευκολότερη. Δεν του μαθαίνεις πράγματα, του τα δίνεις έτοιμα να τα εφαρμόσει ακαριαία η δυνατόν στην κούρσα. Αυτές είναι δυο εντελώς διαφορετικές δουλειές, που απαιτούν εντελώς διαφορετικές γνώσεις ειδικά στην ιστιοπλοΐα που απαιτούνται τόσες πολλές εξειδικευμένες γνώσεις ανά κατηγορία.
Πόσες ώρες αφιερώνεις στην επιμόρφωσή σου ως επαγγελματίας προπονητής;
Αφιερώνω όλη μου τη μέρα στην ιστιοπλοΐα μελετώντας τα πάντα, ακόμα και κοιτώντας προπόνηση σκαφών άλλων κατηγοριών. Προσπαθώ να είμαι ενήμερος για τα νέα υλικά, τους κανονισμούς τα νέα συστήματα τακτικής και ότι άλλο πιστεύω ότι πρέπει να γνωρίζω και να το μεταφέρω σωστά στους αθλητές μου. Για μένα η οπτική γνώση είναι η βάση της επιμόρφωσής μου. Όταν ξεκίνησα δεν υπήρχαν βιβλία και internet, έτσι έμαθα να αντιλαμβάνομαι τα πάντα γύρω μου, να μαθαίνω απ’ ότι μπορούσα, να ρωτάω, να ακούω και να επεξεργάζομαι προς το θετικό κάθε μορφής πληροφορία! Το μεγαλύτερο ποσοστό της δικής μου επιμόρφωσης έχει προκύψει μέσα από τη διαδικασία προπόνησης με τους αθλητές μου. Αν θες η προπόνηση είναι ένα πάρε – δώσε που κάθε φορά με κάνει σοφότερο. Μην ξεχνάς ότι το 2017 κλείνω 20 χρονιά ως προπονητής ιστιοπλοΐας.
Ποια είναι η απόρροια της επιτυχίας του νεαρού Ελβετού αθλητή στην Ελβετία;
Η δουλειά στην Ελβετία συνεχίζεται σταθερά σαν ένα καλοκουρδισμένο ελβετικό ρολόι και δεν επηρεάζεται από τις επιτυχίες των αθλητών. Θεωρητικά απόρροια από την επιτυχία αυτή μπορεί να μην υπάρξει, πρακτικά όμως νομίζω ότι θα επηρεάσει τον αριθμό των μικρών παιδιών που θέλουν να ασχοληθούν με το Optimist και την ιστιοπλοΐα, σε μια χώρα που τα αλπικά αθλήματα κυριαρχούν στη ζωή των κατοίκων της.
Πώς φτάσατε στην επιτυχία του 2016;
Η επιτυχία αυτή είναι αποτέλεσμα πολύχρονης και συστηματικής δουλειάς και ανήκει και στους δύο προπονητές της Εθνικής Ομάδας Optimist της Ελβετία,ς δηλαδή του Zdzislaw και σε εμένα. Η κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στο Παγκόσμιο Optimist, από τον Max Wallenberg, ήταν η επιβράβευση όλης αυτής της κοπιαστικής & επίμονης προσπάθειας.